Στην εποχή μας όλοι άνθρωποι, ασχέτως ηλικίας, έχουν μάθει να χειρίζονται smartphones, tablets, να αναζητούν ότι χρειάζονται στο διαδίκτυο και να συμμετέχουν ενεργά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
H τεχνολογία εν έτει 2020 καλπάζει και επιβάλει (ευτυχώς ή δυστυχώς) σε όλους να ακολουθήσουν τους ρυθμούς της, αλλιώς θα μείνουν πίσω. Στο ίδιο πνεύμα λοιπόν και η ανανεωμένη Mercedes C-Class, η οποία απευθύνεται κυρίως σε ένα κοινό που έχουν ως επιλογή τα sedan αμαξώματα, όπως η Mercedes που ακολουθεί την τάση του εξηλεκτρισμού μέσα από το ασφαλές μονοπάτι της ήπιας υβριδικής τεχνολογίας, προτού φτάσει στο σημείο να εξαρτάται πλήρως από την πρίζα. Παράλληλα όμως δε σπάει την παράδοση σε ότι αφορά τη σχεδίαση, τις αναλογίες και το κύρος της.
Επιβλητική
Τη σιλουέτα μιας C-Class το πιθανότερο είναι να τη συναντήσεις έξω από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και όχι στην πλατεία Εξαρχείων. Η όψη της είναι ακόμα πιο καθηλωτική χάρη στους Multibeam Led προβολείς, ενώ αν τη δεις να ξεμακραίνει ίσως και να την μπερδέψεις με τη ναυαρχίδα S-Class, ειδικά στα πίσω Led φωτιστικά σώματα. Με μήκος που πλησιάζει σχεδόν 5 μέτρα (για την ακρίβεια 4.686 χλστ.) η C-Class μπορεί να δικαιολογήσει την πρόσληψη σοφέρ, αλλά και την αντιπάθεια της για τους στενούς δρόμους στο κέντρο της Αθήνας.
Σουίτα
Αν σου δέσουν τα μάτια και σε βάλουν μέσα στην C-Class όταν τα ανοίξεις πολύ εύκολα θα αντιληφθείς ότι βρίσκεσαι σε μοντέλο που έχει για έμβλημα το διάσημο αστέρι της Mercedes. H ποιότητα των υλικών ακουμπάει «ταβάνι» με μαλακό αφρώδες πλαστικό να καλύπτει το επάνω τμήμα του ταμπλό, ενώ άψογη χαρακτηρίζεται η συναρμογή όλων των υλικών.
Η φαρδιά κεντρική κονσόλα σχηματίζει μια ελαφριά κλίση στη βάση της, ενώ στην κορυφή της δεσπόζει η μεγάλη οθόνη των 10,25 ιντσών, η οποία όμως δεν είναι αφής (αντί για το δάχτυλο χρησιμοποιείς το στρογγυλό περιστροφικό-πιεζόμενο χειριστήριο), ενώ δεν υποστηρίζει το νέο σύστημα πολυμέσων MBUX της Mercedes. Αφής όμως είναι δυο μπουτόν που φιλοξενούνται στο τριάκτινο δερμάτινο τιμόνι.
Η μοναδική ένδειξη για την ύπαρξη ήπιου υβριδικού συστήματος βρίσκεται στον πίνακα οργάνων και συγκεκριμένα αριστερά, μέσα στο αναλογικό ταχύμετρο. Εκεί έχει ενσωματωθεί μια μπάρα με τις ενδείξεις Power και Charge που φωτίζονται τμηματικά ανάλογα με την πίεση που ασκείς στο γκάζι.
Οι δυο πίσω εκλεκτοί επιβάτες της C200 μπορούν να καθίσουν ακόμα και σταυροπόδι, όμως ο μεσαίος θα δυσκολευτεί να βολέψει τα πόδια του εξαιτίας του υπερυψωμένου κεντρικού δαπέδου. Η πόρτα του χώρου αποσκευών έχει φαρδύ άνοιγμα, χαμηλό κατώφλι φόρτωσης και προσφέρει 435 λίτρα.
ΕQ Boost
Η C200 των φωτογραφιών, όπως προαναφέραμε, διαθέτει σύστημα ήπιας υβριδικής τεχνολογίας, το οποίο στόχο έχει να αυξήσει την απόδοση, να μειώσει την κατανάλωση
καυσίμου και τις εκπομπές C02. Το σύστημα EQ Boost περιλαμβάνει μπαταρία 48-Volt (φορτίζεται με την ανάκτηση ενέργειας κατά τη διάρκεια της πέδησης, ενώ συνηθίζεις γρήγορα την αίσθηση σε κάθε πάτημα του φρένου) και έναν εναλλάκτη/γεννήτρια, αυξάνοντας την ισχύ κατά 14 ίππους και τη ροπή 160 Nm ροπής, ενώ υποβοήθα τον κινητήρα εσωτερικής καύσης στο έργο του. Αυτό ο οδηγός το αντιλαμβάνεται κυρίως όταν θα ζητήσει μια έξτρα ώθηση (boost) π.χ σε μια προσπέραση.
Κάπου εδώ πρέπει να μιλήσουμε και για τον τετρακύλινδρο άμεσου ψεκασμού turbo βενζινοκινητήρα των 1.5 λίτρων που τροφοδοτεί τη C200, αποδίδοντας 184 ίππους και 280 Nm ροπής (συνδυαστικά η ισχύς φτάνει τους 198 ίππους και η ροπή στιγμιαία τα 440 Nm), ενώ συνεργάζεται με αυτόματο κιβώτιο εννέα σχέσεων 9G-TRONIC, το οποίο μεταδίδει την κίνηση στους πίσω τροχούς.
Παρά τα 1.505 κιλά της η C200 μπορεί να επιταχύνει από 0-100 χλμ./ώρα εντός 7,7 δευτ. και να φτάσει τα 239 χλμ./ώρα. Χωρίς φιλικότητα προς το γκάζι καταγράψαμε 10,9 λίτρα/100 χλμ. (επίσημη μέτρηση 6,7 λίτρα/100 χλμ. και εκπομπές C02 139 γρ./χλμ.). Με το πρόγραμμα ECO (υπάρχουν επίσης τα Comfort/Sport/Sport+/Individual) και με πιο χαλαρό στυλ οδήγησης εύκολα επιτυγχάνεις μονοψήφιο νούμερο στην ένδειξη της κατανάλωσης καυσίμου.
Στην άσφαλτο
O οδηγός της C200 διστάζει να πιστέψει ότι κάτω από το εμπρός μακρύ καπό υπάρχει κινητήρας 1.5 λίτρων και όχι κάποιος δίλιτρος, καθώς το απόθεμα δύναμης ξαφνιάζει ευχάριστα. Ειδικά στο πρόγραμμα Sport+, η άμεση απόκριση στο γκάζι, η κλιμάκωση του αυτόματου κιβωτίου με τις ακαριαίες αλλαγές (μπορούν να γίνουν και
χειροκίνητα με τα paddles πίσω από το τιμόνι) και η αίσθηση ακριβείας του συστήματος διεύθυνσης μοιάζουν να έχουν ενορχηστρωθεί από τον πιλότο της Mercedes στη Formula 1 Λιούις Χάμιλτον, όπως θα τις ήθελε για τις απλές καθημερινές του διαδρομές.
Ο οδηγός κάθεται χαμηλά, αλλά δε νιώθει να «βυθίζεται», κρατάει στα χέρια του την παχιά στεφάνη του τιμονιού, το οποίο έρχεται εύκολα στα μέτρα σου. Ο κινητήρας ανεβάζει γραμμικά και γενναιόδωρα ρυθμούς, ενώ σε ολόκληρο το εύρος λειτουργίας του είναι γεμάτος χωρίς κενά.
Ακόμα και σε υψηλές ταχύτητες η ηχομόνωση στην καμπίνα της C200 θυμίζει στούντιο ηχογράφησης, καθώς κανένας εξωτερικός θόρυβος δε βρίσκει δίοδο, ενώ η σταθερότητα και η ποιότητα κύλισης εμπνέουν έντονο αίσθημα ασφάλειας. Δεν υπάρχει κάποιο μηχάνημα οδοποιίας που προπορεύεται της C200 στρώνοντας καινούργια άσφαλτο, απλά η ανάρτηση αποσιωπά επιδέξια της λακκούβες, παρότι δεν είναι αρκετά μαλακή. Υπό πίεση σε μια έντονη στροφή η C200 θα εμφανίσει κλίση, αλλά σε λογικό επίπεδο.
Συμπέρασμα
Η σαρωτική επέλαση των SUV δεν κατάφερε να σβήσει από το χάρτη διαχρονικές σιλουέτες, όπως αυτή της sedan C-Class, η οποία προσαρμόζεται στις ανάγκες του εξηλεκτρισμού χωρίς να κόβει τις «ρίζες» της. Η C200 με το ήπιο υβριδικό σύστημα και αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων ξεκινάει από τα 41.087 ευρώ.