Μια δεύτερη επιλογή στη γκάμα κινητήρων της Flying Spur προσφέρει η Bentley για τους εκλεκτούς πελάτες της.
Σύμφωνα με τη βρετανική εταιρεία κάτω από το εμπρός καπό της Flying Spur ο θηριώδης W12 twin-turbo κινητήρας των 6.0 λίτρων, απόδοσης 635 ίππων και 900 Nm ροπής, δεν έχει πλέον το μονοπώλιο, καθώς τώρα υπάρχει η εναλλακτική του V8 twin-turbo των 4.0 λίτρων (γνωστός από την Continental GT), ο οποίος παράγει 550 ίππους και 770 Nm ροπής.
Ο εν λόγω βενζινοκινητήρας διαθέτει σύστημα απενεργοποίησης κυλίνδρου (πραγματοποιείται σε 20 χιλιοστά του δευτερολέπτου) σε συνθήκες χαμηλού φορτίου, ώστε να είναι πιο αποδοτικός, μειώνοντας την κατανάλωση καυσίμου και τις εκπομπές C02.
Σύμφωνα με την Bentley ο V8 κινητήρας προσφέρει στη Flying Spur ισχυρότατες επιδόσεις, αφού η επιτάχυνση από 0-100 χλμ./ώρα διαρκεί μόλις 4,1 δευτ. και η μέγιστη ταχύτητα που αναπτύσσει αγγίζει τα 318 χλμ./ώρα.
Δείτε εδώ: Σε τι διαφέρουν οι ξύλινες επενδύσεις της Flying Spur;
Σημειώστε ότι η Flying Spur με τον V8 κινητήρα ζυγίζει 100 κιλά λιγότερο, ενώ έχει αδυνατίσει περισσότερο στο μπροστινό της τμήμα και έτσι καθίσταται πιο ευέλικτη. Προαιρετικό είναι το σύστημα τετραδιεύθυνσης (στρίβουν ελαφρώς και οι πίσω τροχοί), το οποίο βελτιώνει τη σταθερότητα σε υψηλότερες ταχύτητες στον αυτοκινητόδρομο, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνει τις μανούβρες μέσα στην πόλη. Στάνταρ έγιναν οι τετραπλές εξατμίσεις και προαιρετικοί οι μαύροι γυαλιστεροί τροχοί των 22 ιντσών.
Γιατί όμως η Bentley αποφάσισε να διευρύνει τη γκάμα κινητήρων της Flying Spur; Έπειτα από έρευνα που πραγματοποίησε απέδειξε ότι η Flying Spur μπορεί να είναι μια υπερπολυτελής λιμουζίνα, όμως η καθημερινή χρήση των πίσω καθισμάτων είναι μειωμένη.
Έτσι η Bentley θέλησε να προσδώσει έναν πιο οδηγοκεντρικό χαρακτήρα στη Flying Spur, ενώ εδώ να προσθέσουμε ότι με το V8 κινητήρα θα προσφέρεται με τετραθέσια, αλλά και πενταθέσια διάταξη καθισμάτων, με τη λίστα των επιλογών εξατομίκευσης να είναι προφανώς ατελείωτη.
Οι πρώτες Flying Spur με το V8 κινητήρα θα παραδοθούν στους πελάτες προς το τέλος του τρέχοντος έτους σε Ευρώπη και Βρετανία, ενώ λίγο αργότερα το 2021 θα ακολουθήσουν οι παγκόσμιες αγορές.