Η αγορά αυτοκινήτου της Δυτικής Ευρώπης τον Φεβρουάριο σημείωσε άνοδο 11,3% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι.
Σύμφωνα με στοιχεία που εξέδωσε η LMC Automotive (εταιρεία GlobalData). Το κέρδος αντανακλά τη χαλάρωση της έλλειψης ημιαγωγών -η οποία έχει περιορίσει τις πωλήσεις τους τελευταίους 18 μήνες- και έρχεται παρά την επιδείνωση των υποκείμενων προοπτικών ζήτησης για την περιοχή το περασμένο έτος.
Η αγορά αυτοκινήτου τον Φεβρουάριο έφτασε τις 797.330 μονάδες, ενώ οι πωλήσεις τους πρώτους δύο μήνες ξεπέρασαν τα 1,6 εκατομμύρια μονάδες, περίπου 10,5% πάνω από τον περυσινό ρυθμό.
Η ανάλυση έδειξε ότι το εν λόγω ποσοστό πώλησης νέων αυτοκινήτων στη Δυτική Ευρώπη (ετήσιο και εποχικά προσαρμοσμένο ή SAAR) τον Φεβρουάριο αυξήθηκε από 10,7 εκατομμύρια μονάδες/έτος τον Ιανουάριο, σε 11,7 εκατομμύρια μονάδες/έτος τον Φεβρουάριο του 2023, βοηθούμενο από τις βελτιωμένες επιδόσεις στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το ποσοστό πώλησης της γερμανικής αγοράς αυτοκινήτων για τον Φεβρουάριο του 2023 βελτιώθηκε στα 2,9 εκατομμύρια μονάδες/έτος, από 2,6 εκατομμύρια μονάδες/έτος τον προηγούμενο μήνα. Για τη Βρετανία, το ποσοστό πώλησης στην αγορά αυτοκινήτων αυξήθηκε για δεύτερο μήνα σε 2,5 εκατομμύρια μονάδες/έτος, από 2,1 εκατομμύρια μονάδες/έτος τον Ιανουάριο. Το ποσοστό πώλησης της γαλλικής αγοράς αυτοκινήτων παρέμεινε σταθερό στα 1,6 εκατομμύρια μονάδες/έτος -ίδια επίδοση με αυτή του Ιανουαρίου. Ομοίως, η τιμή πώλησης στην ιταλική αγορά αυτοκινήτων παρέμεινε σταθερή από τον Ιανουάριο έως τον Φεβρουάριο στα 1,4 εκατομμύρια μονάδες/έτος. Το ποσοστό πώλησης στην αγορά αυτοκινήτων για την Ισπανία μειώθηκε από 900 χιλιάδες μονάδες/έτος τον Ιανουάριο σε 870 χιλιάδες μονάδες/έτος τον Φεβρουάριο.
Οι αναλυτές της GlobalData δήλωσαν ότι αναμένουν ετήσια ανάπτυξη για τη Δυτική Ευρώπη το 2023 σε σχέση με ένα αδύναμο 2022 (η πρόβλεψη είναι για αύξηση 7,9% σε κάτι λιγότερο από 11 εκατομμύρια μονάδες), αν και εξακολουθούν να βλέπουν τους περιορισμούς προσφοράς να κυριαρχούν φέτος.
Η ζήτηση αντιμετωπίζει προκλήσεις
Σημειώνουν ότι η υποκείμενη ζήτηση αντιμετωπίζει επίσης προκλήσεις, με μεγάλο μέρος της περιοχής να αντιμετωπίζει συνθήκες ύφεσης και αδύναμη ανάπτυξη στη συνέχεια.
Ωστόσο, τονίζουν επίσης ότι το καταναλωτικό κλίμα έχει γίνει λίγο λιγότερο απαισιόδοξο πρόσφατα σε σχέση τις καθυστερημένες παραγγελίες, πιστεύουν δε ότι μια ταχύτερη ανάκαμψη της παραγωγής φέτος θα υποστηριχθεί από τη ζήτηση. Ωστόσο, στο σημείωμα της έρευνάς τους καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «παραμένει σαφές πως το αυξανόμενο κόστος ζωής και τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού που παρατηρούνται σε όλη την περιοχή αποτελούν καθοδικό κίνδυνο για τις προβλέψεις μας».