Η αύξηση του ενεργειακού κόστους αλλά και οι μεταφορές είναι οι δύο τομείς που έχουν επηρεάσει τις τιμές των καινούργιων αυτοκινήτων, οι οποίες έχουν τραβήξει την ανηφόρα.
Επιπλέον είναι όλο αυτό το κομφούζιο που έχει δημιουργηθεί με την έλλειψη των microchips, το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλες καθυστερήσεις στις παραδόσεις.
Η παραγωγή όμως στα εργοστάσια «τρέχει» όσο και να έχει φρενάρει, που όλο αυτό μεταφράζεται σε κόστος.
Εδώ λοιπόν θα πρέπει να αναζητηθεί μια ισορροπία γιατί όσο οι τιμές καλπάζουν στα ύψη, σε συνδυασμό με την αύξηση της καθημερινότητας, αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα ο καταναλωτής να επιμηκύνει το χρόνο κατοχής του αυτοκινήτου.
Και μη ξεχνάμε ότι ο τζίρος στην αλλαγή ή στην ανταλλαγή των καινούργιων αυτοκινήτων έρχεται από τη μεσαία τάξη.
Όταν λοιπόν σε αυτήν κάθε μέρα η στρόφιγγα σφίγγει όλο και περισσότερο επόμενο είναι να υπάρξουν «αντιδράσεις».
Η αύξηση των τιμών στα καινούργια έχει συμπαρασύρει και τις τιμές των μεταχειρισμένων, που και αυτά έχουν πάρει την «ανηφόρα». Φυσικά δεν πρόκειται ποτέ να μειωθούν οι τιμές και αναφερόμαστε σε τελευταίων ετών μεταχειρισμένα με λίγα χλμ. και σε καλή κατάσταση.
Από την άλλη δημιουργείται και ένα άλλο παιχνίδι.
Με την αύξηση των τιμών στα αυτοκίνητα με συμβατικούς κινητήρες (βενζίνης, πετρελαίου), μειώνεται κατά κάποιον τρόπο η «απόσταση» από τα αμιγώς ηλεκτρικά συμπεριλαμβανομένης και της επιδότησης στο πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά» το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες το καινούργιο το οποίο αναμένεται να ψηφιστεί από τη Βουλή τις επόμενες ημέρες θα περιλαμβάνει πιο «γενναία» κίνητρα.
Βέβαια η ηλεκτροκίνηση από την άλλη παραμένει ένα μεγάλο αγκάθι για τις γειτονιές που αφορά τη φόρτιση. Και φυσικά το ζήτημα της αυτονομίας δεν έχει ξεπεραστεί και δεν είναι άστοχο με τους ευρωπαίους να υπογραμμίζουν ότι η ηλεκτροκίνηση είναι για τον αστικό ιστό.