Στο προηγούμενο πόνημα είχαμε αναφερθεί διεξοδικά στις υψηλές τιμές των καυσίμων, που όμως, δεν σταματούν τους Έλληνες από το να κυκλοφορούν στις εθνικές οδούς και να πηγαίνουν με χίλια. Το ζήτημα είναι ότι η ώρα των διακοπών έχει έρθει. Μία από τις σκέψεις που κάνω προσωπικά είναι να μετακινηθώ με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, αλλά και με δικό μου μέσο. Τι εννοώ; Πολύ απλά, σκέφτομαι να χρησιμοποιήσω το… τρένο! Με το ίδιο μέσο, μάλιστα, εξετάζω να στείλω και τη μοτοσικλέτα μου, ούτως ώστε όταν φτάσω στον προορισμό μου να συνεχίσω με τη μηχανή. Αλλιώς δαπανάς 100 ευρώ για να φουλάρεις το ρεζερβουάρ ενός αυτοκινήτου κι αλλιώς 15 ευρώ για να γεμίσεις ένα μηχανάκι 120 κ.ε. Να τα λέμε κι αυτά.
Για να γίνει κάτι τέτοιο πράξη, λοιπόν, καταρχάς θα πρέπει να έρθεις σε συνεννόηση με τον φορέα του μέσου. Κι εν προκειμένω τον πρώην ΟΣΕ, την ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Μπαίνω, λοιπόν, στην ιστοσελίδα της εταιρείας, η οποία έχει ιδιωτικοποιηθεί (σ.σ.: δεν έχω τίποτα με τις ιδιωτικοποιήσεις, το ξεκαθαρίζω) και α) δεν με παραπέμπει σε τίποτα για τον τρόπο που θέλω να ταξιδέψω, εγώ ο ίδιος με το μηχανάκι μου, προφανώς με φορτωτική και β) έχει καταρρεύσει η σελίδα των τιμών για τα εισιτήρια. Και εξηγούμαι: Εδώ και δέκα ημέρες προσπαθώ να βγάλω άκρη για το πώς θα φορτώσω τη μηχανή στο τρένο και δεν ξέρω ούτε πώς μπορώ να το κάνω, αλλά ούτε και πόσο θα μου στοιχίσει. Προφανώς και υπάρχει χρόνος μέχρι τις ημέρες του Δεκαπενταύγουστου που θα ταξιδέψω, αλλά σε μία χώρα που, όπως και να το κάνουμε, το τρένο δεν είναι στην κουλτούρα της, όπως στην Ευρώπη, άκρη δεν μπορείς να βγάλεις.
Για παράδειγμα, μπαίνοντας στη σελίδα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ δεν ξέρεις πόσο στοιχίζει το ταξίδι Αθήνα – Θεσσαλονίκη και ο πιο ασφαλής τρόπος για να το μάθει κανείς είναι να επισκεφτεί, χάνοντας πολύτιμο χρόνο και εργατοώρες, τον κεντρικό σταθμό Αθηνών, τον Σταθμό Λαρίσης.
Βεβαίως, τώρα που το σκέφτομαι υπάρχει και άλλη επιλογή, να ξεκινήσω με τα… πόδια!