Η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία βλέπει τον κινητήρα εσωτερικής καύσης να συνεχίζει να παίζει κρίσιμο ρόλο τα επόμενα χρόνια.
Όπως ανακοινώθηκε, ο Όμιλος Renault και η κινεζική εταιρεία Geely είχαν υπογράψει μια μη δεσμευτική συμφωνία-πλαίσιο για την ίδρυση μιας εταιρείας που επικεντρώνεται στην ανάπτυξη, παραγωγή και προμήθεια «υβριδικών κινητήρων και κινητήρων εσωτερικής καύσης υψηλής απόδοσης».
Σύμφωνα με τη Renault, τόσο η ίδια όσο και η Geely θα έχουν μερίδιο 50% στην επιχείρηση, η οποία θα αποτελείται από 17 εγκαταστάσεις κινητήρων και πέντε κέντρα έρευνας και ανάπτυξης.
Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο Οικονομικός Διευθυντής της Renault, Τιερί Πιετόν, προσπάθησε να εξηγήσει το σκεπτικό πίσω από τη σχεδιαζόμενη συνεργασία με την Geely.
«Κατά την άποψή μας, και σύμφωνα με όλες τις μελέτες που έχουμε, δεν υπάρχει σενάριο στο οποίο οι θερμικοί κινητήρες και οι υβριδικοί κινητήρες αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 40% της αγοράς με ορίζοντα το 2040», είπε. «Έτσι είναι στην πραγματικότητα… μια αγορά που θα συνεχίσει να αναπτύσσεται».
Η σύνδεση με την Geely έρχεται, καθώς η Renault ολοκληρώνει τα σχέδια για τη δημιουργία ενός spin-off ηλεκτροκίνητο που ονομάζεται Ampere.
Σύμφωνα με τη Renault, η γαλλική Ampere «θα αναπτύξει, θα κατασκευάσει και θα πουλά πλήρως επιβατικά αυτοκίνητα EV». Αναμένει μια αρχική δημόσια προσφορά στο Euronext Paris, η οποία θα πραγματοποιηθεί το νωρίτερο το δεύτερο εξάμηνο του 2023, υπό τις συνθήκες της αγοράς.
Ο Πιετόν αναφέρθηκε στην ανάγκη για διαφορετικούς τύπους οχημάτων. «Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε, ταυτόχρονα, την ανάπτυξη της επιχείρησης ηλεκτρικών οχημάτων από τη μία πλευρά -με το Ampere- και να δημιουργήσουμε μια βιώσιμη πηγή θερμικών και υβριδικών κινητήρων».
Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο η Renault συνήψε συνεργασία με την Geely, πρόσθεσε, εξηγώντας ότι η κίνηση αντιπροσώπευε «ένα απόλυτο slam dunk» («κάρφωμα» στο μπάσκετ) από επιχειρηματική και οικονομική άποψη.
Αυτό συνέβη επειδή, όπως υποστήριξε ο Πιετόν, δημιούργησε «έναν παγκόσμιο κορυφαίο προμηθευτή θερμικών και υβριδικών κινητήρων με περίπου 19.000 υπαλλήλους στον κόσμο, καλύπτοντας 130 χώρες».
Ο Ντέϊβιντ Λεγκέτ, αναλυτής της GlobalData, σημείωσε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες εξακολουθούν να απολαμβάνουν κέρδη από την πώληση οχημάτων που χρησιμοποιούν κινητήρες εσωτερικής καύσης.
«Τα περιθώρια είναι γενικά υψηλότερα απ’ ότι στα ηλεκτρικά οχήματα, των οποίων η κατασκευή είναι σχετικά δαπανηρή», είπε.
«Το χάσμα θα μειωθεί τελικά καθώς οι όγκοι των EV θα αυξηθούν απότομα και το κόστος μονάδας για τα κύρια εξαρτήματα EV θα μειωθεί σημαντικά, αλλά υπάρχουν ακόμη πολύ κερδοφόρα πράγματα που πρέπει να γίνουν στα ICE και τα υβριδικά και θα είναι για αρκετό καιρό ακόμη», πρόσθεσε.
«Οι κατασκευαστές πρέπει να είναι ευέλικτοι στις προσφορές κινητήρων τους σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς -οι οποίες διαφέρουν στον κόσμο».
Η συνεχιζόμενη εστίαση της Renault στον κινητήρα εσωτερικής καύσης έρχεται σε μια περίοδο που ορισμένες μεγάλες οικονομίες θέλουν να απομακρυνθούν από οχήματα που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα.
Η Βρετανία, για παράδειγμα, θέλει να σταματήσει την πώληση νέων αυτοκινήτων και φορτηγών ντίζελ και βενζίνης έως το 2030. Θα απαιτήσει, από το 2035, όλα τα νέα αυτοκίνητα και τα φορτηγά να έχουν μηδενικές εκπομπές ρύπων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε στις 31 Ιανουαρίου 2020, επιδιώκει παρόμοιους στόχους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Καλιφόρνια απαγορεύει την πώληση νέων βενζινοκίνητων οχημάτων από το 2035…
Τέτοιοι στόχοι έχουν γίνει κεντρικό θέμα συζήτησης στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Stellantis ρωτήθηκε για τα σχέδια της ΕΕ να καταργήσει σταδιακά την πώληση νέων αυτοκινήτων και φορτηγών ICE έως το 2035.
Ο Κάρλος Ταβάρες είπε ότι ήταν «σαφές πως η απόφαση για την απαγόρευση των καθαρών ICE είναι μια καθαρά δογματική απόφαση».
Επεκτείνοντας την άποψή του, υπογράμμισε ότι θα συνιστούσε στους πολιτικούς ηγέτες της Ευρώπης «να είναι πιο πραγματιστές και λιγότερο δογματιστές». «Νομίζω ότι υπάρχει η δυνατότητα – και η ανάγκη – για μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για τη διαχείριση της μετάβασης».