Η Volvo ανακοίνωσε το αναθεωρημένο της στρατηγικό πλάνο σχετικά με την ηλεκτροκίνηση.
Υπενθυμίζουμε ότι η σουηδική εταιρεία είχε θέσει ως στόχο μέχρι το 2030 η γκάμα της να αποτελείται αποκλειστικά από αμιγώς ηλεκτροκίνητα μοντέλα. Ένας στόχος όμως που αποδεικνύεται τελικά φιλόδοξος, όπως προκύπτει από τα μέχρι τώρα δεδομένα, λόγω των μεταβαλλόμενων συνθηκών της αγοράς και των απαιτήσεων των πελατών.
Συγκεκριμένα, η Volvo θεωρεί ότι την ηλεκτροκίνηση «τρενάρει» η βραδύτερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη των υποδομών φόρτισης, η απόσυρση κυβερνητικών κινήτρων σε ορισμένες αγορές και οι πρόσθετες αβεβαιότητες που δημιουργήθηκαν από τους πρόσφατους δασμούς στα ηλεκτρικά οχήματα σε διάφορες αγορές.
Προβλέπει ακόμα ότι η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση δε θα είναι γραμμική, ενώ θα πραγματοποιηθεί με διαφορετικές «ταχύτητες» στις εκάστοτε αγορές. Έτσι λοιπόν η Volvo στοχεύει τώρα το 90-100% των πωλήσεων της έως το 2030 να προέρχεται από επαναφορτιζόμενα μοντέλα, δηλαδή αμιγώς ηλεκτροκίνητα και plug-in υβριδικά.
Το υπόλοιπο 0-10% των πωλήσεων θα προέρχεται ίσως από ήπια υβριδικά μοντέλα, ανάλογα με τη ζήτηση που θα υπάρχει. Μέχρι το 2025 η Volvo εκτιμά ότι το ποσοστό των εξηλεκτρισμένων της μοντέλων στις πωλήσεις θα κυμαίνεται μεταξύ 50-60%.
Πολύ πριν από το τέλος αυτής της δεκαετίας, η Volvo θα έχει στη φαρέτρα της μια πλήρη γκάμα αμιγώς ηλεκτροκίνητων μοντέλων, ενώ όπως χαρακτηριστικά αναφέρει όταν οι συνθήκες της αγοράς είναι κατάλληλες θα κάνει τη μετάβαση στην πλήρη ηλεκτροκίνηση.
Volvo: Επιβραδύνεται και η μείωση των εκπομπών Ψ02
Ήδη έχει λανσάρει πέντε αμιγώς ηλεκτροκίνητα μοντέλα (EX40, EC40, EX30, EM90, EX90), ενώ ακόμα πέντε βρίσκονται υπό εξέλιξη. Ως αποτέλεσμα των προσαρμοσμένων φιλοδοξιών της για την ηλεκτροκίνηση, η Volvo κατεβάζει τον πήχη των προσδοκιών της για τη μείωση των εκπομπών CO2.
Μέχρι το 2030, στοχεύει να έχει πετύχει μείωση 65-74% στις εκπομπές CO2 ανά αυτοκίνητο σε σύγκριση με τα δεδομένα του 2018. Πρόκειται για μια αναπροσαρμογή της προηγούμενης φιλοδοξίας μειωμένη κατά 75%. Για το 2025 στοχεύει σε μείωση 30-35% σε σύγκριση με το 2018, αντί του προηγούμενου στόχου για μείωση 40%.